Η μάκρο φωτογραφία είναι ένας ολόκληρος “κόσμος”. Όχι μόνο σε ότι αφορά το “θέμα”, που πραγματικά σε εκπλήσσει για το τι “υπάρχει” εκεί έξω και δεν το βλέπεις (το ανακαλύπτεις μετά, πολλές φορές ακόμα και όταν κάνεις review στη φωτογραφία…). Περισσότερο αναφέρομαι στον “κόσμο” του φωτογράφου, στην τεχνική του επάρκεια αλλά και στις τόσες πολλές μεταβλητές που έρχονται να σου χαλάσουν το αποτέλεσμα.
Όταν ξεκινάς με τη macro φωτογράφιση, το πρώτο που ανακαλύπτεις είναι η ανεπάρκειά σου. Στις πρώτες σου λήψεις κυριαρχεί η απογοήτευση. Κι ας έχεις τον καλύτερο εξοπλισμό. Γιατί η μάκρο φωτογραφία τα έχει όλα. Και τα θέλει όλα.
Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά. Και ξεκινάω με τον εξοπλισμό:
Εξοπλισμός για Macro Φωτογραφία. Ο φακός και η δύναμη του Flash
Στην αρχή, με τις εκατοντάδες λήψεις για… πέταμα, θεωρείς πως φταίει κάτι που αφορά τον εξοπλισμό σου. Νομίζεις, ναι, νομίζεις πως ξέρεις φωτογραφία και αναρωτιέσαι τί πήγε στραβά. Γιατί, στη μικρή οθόνη της φωτογραφικής σου μηχανής όλα φαίνονται “ωραία” αλλά στην πρώτη μεγέθυνση ή όταν προβάλεις τη φωτογραφία σου στο επιθυμητό μέγεθος, αμέσως ανακαλύπτεις τα λάθη. Και είναι πολλά. Επίπεδο εστίασης, φως, κάδρο και εκείνο το “μπάσταρδο” βάθος πεδίου. Και λες ΟΚ φταίει ο φακός. Φταίει η μηχανή μου. Φταίει το φως. Και πάλι μπαίνεις στη διαδικασία να βρεις καινούργιο εξοπλισμό.
Ναι, εντάξει για να κάνεις μάκρο θες τουλάχιστο έναν φακό μάκρο, δεν το συζητώ, ο οποίος πρέπει να είναι μάκρο, δηλαδή να σου δίνει μεγεθύνσεις 1:1 (1 προς 1) . Τουλάχιστον. Και δεν αναφέρομαι στους φακούς ζουμ που “λένε” πως είναι macro. Δεν είναι. Πάρε έναν original μάκρο φακό. Σταθερό.
Αλλά υπάρχουν κι άλλες φθηνότερες λύσεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις αρκεί να κουμπώσεις ανάποδα έναν φακό με τον κατάλληλο προσαρμογέα ή να φτιάξεις ένα stack με φακούς με ή χωρίς extension tubes ή συνδυασμό αυτών. Δεν θέλω να μπω σε λεπτομέρειες με εστιακές αποστάσεις και γενικά τις επιλογές που υπάρχουν τόσο στο σώμα της μηχανής (για παράδειγμα αν είναι full frame ή crop ο αισθητήρας) . Θα τα βρεις στην πορεία αυτά. Γενικά όμως ισχύει ότι δεν χρειάζεσαι τον σούπερ εξοπλισμό για να κάνεις μάκρο. Μην μπεις σε αυτή τη διαδικασία. Όπως πάντα λέμε, ο εξοπλισμός δεν σε κάνει καλύτερο. Απλώς σου κάνει τη ζωή λίγο πιο εύκολη.
Αλλά δεν τελειώσαμε, εκτός από τον φακό θέλεις και φως. Καλό φως και “ποιοτικό”, όχι απαραίτητα ισχυρό. Και πού θα το βρεις; Για να κάνεις μάκρο θες flash. Τελεία. Αλλιώς, κατά την άποψή μου, ξεχασέ το. Και μάλιστα φλας με κάποιον διαχυτή για να είναι το φως σου ποιοτικό. Μην το ξεχνάμε πως για να έχουμε “μαλακό” φως θέλουμε μεγάλο μέγεθος φωτεινής πηγής σε σύγκριση πάντα με το μέγεθος που έχει το προς φωτογράφιση θέμα. Δύσκολο να επιτευχθεί, δεν είναι. Στις περισσότερες περιπτώσεις αρκεί να φτιάξετε μία ιδιοκατασκευή που θα μοιάζει με χοάνη και θα προσαρμόζεται μπροστά στο φλας.
Με το φλας στη μάκρο φωτογράφιση θα έχουμε πάντα την άνεση να φωτίσουμε επαρκώς το θέμα μας, να μην αναγκαζόμαστε να “σηκώνουμε” ψηλά το ISO και να έχουμε σταθερές συνθήκες ανεξάρτητα από το φως του περιβάλλοντα χώρου.
Το φλας όμως στη μάκρο είναι απαραίτητο και για έναν ακόμα λόγο που πολλοί ίσως δεν γνωρίζουν. Όπως ήδη αναφέρθηκε, και θα το δούμε πάλι παρακάτω, στη φωτογραφία μάκρο, για να έχουμε ένα καλό αποτέλεσμα, υπεισέρχονται πολλές μεταβλητές. Και το φλας μας βοηθάει να “πετάξουμε” έξω μία από αυτές τις πολλές μεταβλητές. Τη σταθεροποίηση. Πέρα από τα θέματα της εστίασης και το πολύ γνωστό θέμα με το βάθος πεδίου (αχ αυτό το βάθος πεδίου…) το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι, κατά την άποψή μου, να μην έχουμε κουνημένη φωτογραφία. Και είναι πραγματικά δύσκολο να “παγώσουμε” το θέμα μας όταν για παράδειγμα έχουμε βρει ένα έντομο και ο αέρας που φυσάει δυνατά κουνάει ανηλεώς το άνθος στο οποίο στέκεται. Εντάξει, θα μου πείτε, θα μπορούσαμε να κρατήσουμε το άνθος με το χέρι μας ώστε να μην κουνιέται ή να πάμε σε ταχύτητες κλείστρου (φωτοφράκτη πιο σωστά) “υπερφυσικές”, αλλά η εμπειρία έχει δείξει ότι δεν είναι και τόσο εύκολο. Εκτός του ότι “θες πολλά χέρια”, δεν είναι και η καλύτερη επιλογή το υψηλό ISO που θα απαιτηθεί στους πολύ μικρούς χρόνους έκθεσης. Όταν πας κοντά θέλεις καθαρότητα και ο “κόκκος” είναι ενοχλητικός.
Το φλας, σου προσφέρει ένα σημαντικό πλεονέκτημα που “έρχεται” από τα ίδια τα χαρακτηριστικά του. Το πλεονέκτημα της διάρκειας της φλασιάς.
Και με την ευκαιρία…. να μην μιλήσουμε για συγχρονισμό του φλας… Ναι;
Αν ήρθατε εδώ και διαβάζετε το άρθρο μου, φαντάζομαι ήδη γνωρίζετε τα βασικά… Αν το θεωρήσω αυτό δεδομένο, τότε θα γνωρίζετε ήδη πως… θέλετε δεν θέλετε, δεν μπορείτε να ελέγξετε το κούνημα της φωτογραφίας σας με την ταχύτητα του κλείστρου όταν έχετε κουμπώσει το φλας… Και επίσης πως δεν μπορείτε να ελέγξετε ούτε την έκθεση με την ταχύτητα… παρά μόνο με το διάφραγμα. Άντε και με το ISO. Τι είπατε; Δεν παίζει αυτό; Σας βρίσκω αδιάβαστους…
Να πάτε να διαβάσετε λίγο για το φλας, πώς λειτουργεί, κατανοήστε το συγχρονισμό με την ελάχιστη ταχύτητα κλείστρου που σας επιτρέπει η μηχανή, πώς σχετίζεται αυτό με τις κουρτίνες κ.ο.κ. και μετά ελάτε να συνεχίσετε από εδώ που μείνατε…
Επανέρχομαι στη διάρκεια της φλασιάς. Αυτή η διάρκεια, δηλαδή για πόσο χρόνο το θέμα μας φωτίζεται από το φλας, εξαρτάται από την ισχύ που έχουμε ρυθμίσει. (Δεν θα μιλήσω για την περίπτωση που έχουμε βάλει το φλας σε TTL γιατί κατά κανόνα – και δεν ξέρω πραγματικά τί κάνουν οι άλλοι φωτογράφοι – χρησιμοποιώ το φλας σε χειροκίνητη λειτουργία, manual δηλαδή στη φωτογράφιση μάκρο). Πάμε να δούμε τι συμβαίνει σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα:
Είναι προφανές ότι με μία ρύθμιση ισχύος του φλας στην “περιοχή” 1/8 και προς τα κάτω δηλαδή με ρύθμιση μικρής ισχύος στο φλας, επιτυγχάνεται διάρκεια φωτισμού της τάξης 1/8000 του δευτερολέπτου πράγμα που σημαίνει ότι ακόμα και αν έχουμε ρυθμίσει ταχύτητα κλείστρου 1/200 ή 1/160 (ανάλογα με την ελάχιστη ταχύτητα συγχρονισμού φλας που μας επιτρέπει η μηχανή μας) το θέμα μας θα φωτιστεί για ελάχιστο χρόνο. Ουσιαστικά είναι σα να έχουμε θέσει ταχύτητα κλείστρου 1/8000. Και αυτό σημαίνει ότι το θέμα μας, ακόμα κι αν κινείται, θα μπορέσουμε να το “παγώσουμε” και η φωτογραφία μας δεν θα είναι κουνημένη.
Η δική μου εμπειρία έχει δείξει ότι στις περισσότερες περιπτώσεις ρύθμιση ισχύος του φλας κοντά στο 1/16 με 1/32 είναι αρκετή στις περισσότερες των περιπτώσεων χωρίς να χρειαστεί να αυξήσω το ISO πάνω από 100 και με διάφραγμα αρκετά κλειστό (f/16 και f/22) με την προϋπόθεση πάντα ότι λαμβάνω υπόψιν μου την απόσταση του φλας από το θέμα. Αυτά βέβαια ισχύουν για ένα αξιοπρεπές φλας της αγοράς που είναι κουμπωμένο στο hot shoe της μηχανής μαζί με έναν απλό διαχυτή που προσαρμόζω μπροστά στον φακό. Τα αποτελέσματα θα ήταν καλύτερα σαφώς αν είχα το φλας πολύ κοντά στον φακό. Και ακόμα καλύτερα αν είχα δύο φλας, πάλι κοντά στον φακό ένα δεξιά και ένα αριστερά. Το πλεονέκτημα του να έχεις την φωτεινή πηγή πολύ κοντά στον φακό και άρα και στο θέμα είναι να χρησιμοποιείς πολύ μικρές ισχείς στο φλας – άρα και πολύ μικρότερη διάρκεια φλασιάς – αλλά και τη δυνατότητα να “μαυρίζεις” το backgroound και έτσι να ξεχωρίζεις το θέμα από το περιβάλλον πιο εύκολα. (Ο γνωστός κανόνας που λέει ότι το φως το υπολογίζουμε με το τετράγωνο της απόστασης. Σε διπλάσια απόσταση από το θέμα μας το φως που φτάνει εκεί είναι τέσσερις φορές λιγότερο). Σας τα είπα από την αρχή. Η μάκρο φωτογραφία τα έχει όλα…
Δεν είχα σκεφτεί αρχικά, να επεκταθώ περισσότερο στο θέμα με τη διάρκεια της φλασιάς αλλά θα το κάνω γιατί έχω διαπιστώσει πως πολλοί δεν το έχουν καταλάβει. Έκανα και τον κόπο παραπάνω να φτιάξω το animation με τη λειτουργία του φωτοφράκτη με κουρτίνες και την ακολουθία των συμβάντων που λαμβάνουν χώρα μέσα στη μηχανή μας όταν πατάμε το κουμπάκι και απελευθερώνεται το κλείστρο. Όλα αυτά βέβαια ισχύουν για κλείστρο εστιακού επιπέδου (με κουρτίνες), γιατί υπάρχουν και άλλα, που δεν έχουν τον περιορισμούς που έχει το σύστημα των κουρτινών αλλά θα ξεφύγουμε πολύ από το θέμα μας. Αρκεί εδώ να πούμε πως στην χρονική κλίμακα που δουλεύουν τα κλείστρα, ο χρόνος που το κλείστρο είναι ανοιχτό – και πιο σωστά – ο χρόνος που οι κουρτίνες είναι ανοιχτές και ο αισθητήρας “βλέπει” μέσα από τον φακό, φαντάζει αιώνας μπροστά στη διάρκεια της φλασιάς, που διαρκεί ένα κλάσμα μονάχα του χρόνου της συνολικής έκθεσης. Πάμε να το δούμε:
Σύμφωνα με το παραπάνω σχήμα, αν υποθέσουμε ότι πατάμε το κουμπί του κλείστρου στο χρόνο μηδέν και αν υποθέσουμε επίσης ότι και οι δύο κουρτίνες θα ανοίξουν σχεδόν ακαριαία στο χρόνο μηδέν, βλέπουμε αμέσως μετά την καμπύλη της φλασιάς. (Σε αυτή την περίπτωση λέμε ότι το φλας έχει συγχρονιστεί με την μπροστινή κουρτίνα, γιατί αν η μηχανή μας το επιτρέπει, το φλας μπορεί να συγχρονιστεί και με την πίσω κουρτίνα, δηλαδή το φλας παίρνει την εντολή να ανάψει λίγο πριν την λήξη της έκθεσης).
Εύκολα διαπιστώνουμε πως η διάρκεια που φωτίζεται το κάδρο μας από το φλας είναι ελάχιστη σε σχέση με τη συνολική χρονική διάρκεια της έκθεσης. Αν ο χρόνος που μένουν ανοιχτές οι κουρτίνες είναι 5ms (1/200 του δευτερολέπτου) ο χρόνος που διαρκεί η φλασιά δεν είναι ούτε 1ms (1/8000 του δευτερολέπτου).
Η εστίαση στη μάκρο φωτογραφία
Και πάμε τώρα να εξετάσουμε μία από τις πιο σημαντικές μεταβλητές στη φωτογραφία macro. Την εστίαση. Βάζουμε το φακό μας στην αυτόματη εστίαση και τελειώσαμε. Πώς είπατε;
Αμ δε.
Η εστίαση στη macro δεν μπορεί να είναι αυτόματη. Μα πώς δεν μπορεί να είναι;
Δεν μπορεί να είναι γιατί πρέπει να επιλέξουμε εμείς το σημείο ή τα σημεία ενδιαφέροντος, γιατί είναι δύσκολο να επιτευχθεί αυτόματα, γιατί το βάθος πεδίου είναι κάτι χιλιοστά και λιγότερο, γιατί πρέπει να είμαστε πιο γρήγοροι από την αυτόματη εστίαση και γιατί η επιλογή στο πού θα εστιάσουμε στη μάκρο φωτογραφία θα αλλάξει δραματικά το αποτέλεσμα.
Ωραία. Και πώς εστιάζουμε;
Μα είναι πολύ απλό: με το σώμα. Και κατά προτίμηση με το σώμα μας και όχι με το σώμα της μηχανής. Δηλαδή μετακινούμε το σώμα μας εμπρός πίσω έτσι ώστε να φέρουμε το θέμα μας στο επιθυμητό επίπεδο εστίασης. Μπορούμε βέβαια με το άλλο χέρι να παίζουμε με το δαχτυλίδι της εστίασης, περισσότερο όμως για να ρυθμίσουμε την επιθυμητή μεγέθυνση παρά την εστίαση.
«Τα έκανα όλα αυτά που λες και οι φωτογραφίες μου είναι όλες λάθος εστιασμένες.»
Μην ανησυχείς, και οι δικές μου, κατά κανόνα, είναι λάθος εστιασμένες. Μιλάμε για τρελές μεγεθύνσεις σε μικροσκοπικά ζωύφια και άνθη και ψάχνουμε να εστιάσουμε στο μάτι του εντόμου ή στους στήμονες στο λουλούδι.
Τι κάνουμε; Κάνουμε πολλές λήψεις, προσπαθούμε πολλές φορές, βρίσκουμε τρόπους να σταθεροποιήσουμε το σώμα μας, και το κυριότερο practice. Και ξανά practice. Μόνο με συνεχή εξάσκηση ανακαλύπτουμε πώς θα εστιάσουμε σωστά. Με τον καιρό και με αργούς ρυθμούς δυστυχώς, καταφέρνουμε σιγά σιγά να έχουμε μία καλή αναλογία εστιασμένων σωστά φωτογραφιών.
Η εστίαση στη φωτογραφία μάκρο πραγματικά δεν είναι εύκολη. Πολλές φορές δεν βλέπουμε καν την εστίαση μέσα από το σκόπευτρο ειδικά με μία DSLR και σκόπευτρο που μας δίνει μικρές μεγεθύνεις. Με τις mirrorless τα πράγματα ίσως είναι λίγο πιο εύκολα, έχουν έντονο φως στις οθόνες και βλέπει κανείς καλύτερα. Κάποιοι χρησιμοποιούν και μεγεθυντήρες στο σκόπευτρο για να βλέπουν καλύτερα. Πολλές φορές όμως πιστεύω βοηθάει η διαίσθηση και εκείνο το περίεργο πράγμα που έρχεται σιγά σιγά με την εξάσκηση και πατάς το κλείστρο την κατάλληλη στιγμή. Εμένα προσωπικά με έχει βοηθήσει πολύ και η λειτουργία focus peeking που έχει η δική μου mirrorless και που μου δείχνει τα εστιασμένα σημεία. Αν και έχει και μεγέθυνση, θα έλεγα ότι δεν με βοηθάει και τόσο, γιατί χάνω πολύ εύκολα το θέμα αλλά και το κάδρο μου γενικότερα.
Το βάθος πεδίου στη φωτογραφία μάκρο. Να τα έχω όλα μέσα; Ή μήπως η macro είναι μία “φέτα”;
Βάθος πεδίου… Πονεμένη ιστορία. Όταν ξεκινάς με τη μάκρο αμέσως μετά από τις πρώτες σου λήψεις λες: Μα γιατί;
Πολύ γρήγορα ανακαλύπτεις με απογοήτευση τα πολλά θολά σημεία της εικόνας στις μεγάλες μεγεθύνεις που σου προσφέρει ο νέος σου φακός μάκρο. Στην αρχή νομίζεις πως είναι η εστίαση. Κι όμως υπάρχουν κάποια σημεία στη φωτογραφία σου που είναι πεντακάθαρα.
Το πρόβλημα; Το βάθος πεδίου. Τραβάς φωτογραφία ένα έντομο, έχεις πετύχει με χίλια ζόρια την εστίαση ξαπλώνοντας στο χώμα και με λύπη διαπιστώνεις άλλη μία κακή λήψη. Έχεις καταφέρει να εστιάσεις εκεί που ήθελες αλλά το αποτέλεσμα είναι πολύ μακρυά από το επιθυμητό. Τι φταίει; Μα το βάθος πεδίου λες. Και δώστου να κλείνεις κι άλλο το διάφραγμα για να βάλεις μέσα στο κάδρο και τα πόδια του εντόμου εκτός από τα μάτια του. Αυξάνοντας το f σε νούμερα εξωπραγματικά πιστεύεις πως θα λύσεις το πρόβλημα. Αλλά δεν. Εκτός του ότι στη μάκρο φωτογραφία, ποτέ το βάθος πεδίου δεν θα σου είναι αρκετό, τα πολύ κλειστά διαφράγματα αρχίζουν να δημιουργούν προβλήματα οξύτητας λόγω του φαινομένου της περίθλασης. Πέρα από το γεγονός ότι αρχίζεις να χάνεις ευκρίνεια το άλλο πρόβλημα είναι ότι μπαίνουν μέσα στο κάδρο στοιχεία του περιβάλλοντος δηλαδή στοιχεία που βρίσκονται σχετικά κοντά στο θέμα και ενοχλούν, εκεί που αυτά θα έπρεπε να είναι θολά και να μην μας αποσπούν την προσοχή. Και η φωτογραφία αρχίζει να χάνει την τρισδιάστατη μορφή της. Θα το διαπιστώσετε αμέσως όταν απελπισμένοι θα προσπαθήσετε να κλείσετε ακόμα περισσότερο το διάφραγμα για να είναι ακόμα περισσότερα στοιχεία του θέματος καθαρά. Και να σημειωθεί ότι οι φακοί μάκρο, πράγματι μπορούν να μας δώσουν την επιλογή να ρυθμίσουμε το διάφραγμα στο f45 ή και ακόμα πιο κλειστό. Τόσο κλειστά διαφράγματα δεν μπορούμε να έχουμε στους άλλους φακούς.
Τελικά όμως και με την εμπειρία διαπιστώνουμε πως το βάθος πεδίου δεν φταίει. Μάλιστα πολλές φορές αρκεί ένα διάφραγμα f16 άντε να το κλείσουμε έως και f22.
To βασικό πρόβλημα που αφορά το βάθος πεδίου στη μάκρο φωτογραφία είναι η δυσκολία στην επιλογή του εστιακού επιπέδου. Με άλλα λόγια από ποια γωνία θα επιλέξουμε να τραβήξουμε τη φωτογραφία έτσι ώστε να ελέγξουμε με ακρίβεια το ποια στοιχεία τις εικόνας μας θα φαίνονται εστιασμένα. Δύσκολο ίσως να γίνει κατανοητό και γι’ αυτό θα προσπαθήσω με ένα παράδειγμα. Με ένα απλό παράδειγμα στην αρχή και με ένα ίσως πιο σύνθετο μετά. Δείτε την παρακάτω φωτογραφία:
Όταν το διαθέσιμο βάθος πεδίου στη φωτογραφία μάκρο είναι μερικά χιλιοστά και πολλές φορές πολύ λιγότερο δηλαδή μόλις ένα δύο χιλιοστά, πώς θα μπορούσε το λουλούδι να είναι παντού καθαρό; Εδώ προσπαθούμε να τοποθετήσουμε τον φακό μας όσο πιο κάθετα γίνεται στο εστιακό επίπεδο που έχουμε επιλέξει. Και μάλιστα όταν λέμε κάθετα, όχι μόνο στην κατεύθυνση δεξιά – αριστερά αλλά και στην κατεύθυνση πάνω – κάτω. Στην παραπάνω φωτογραφία μία μικρή διαφοροποίηση στη γωνία λήψης (προς τα δεξιά) έκανε το φακό μας να απέχει διαφορετικές αποστάσεις από τα δεξιά του άνθους σε σχέση με αριστερά. Αυτό δημιούργησε καθαρά σημεία της εικόνας μας μόνο σε μια ευθεία γραμμή προς τα αριστερά της εικόνας. Αν η λήψη γινόταν υπό γωνία και στη διεύθυνση πάνω κάτω (όχι μόνο δηλαδή από το πλάι) η φωτογραφία μας θα ήταν καθαρή ουσιαστικά μόνο σε μία διαγώνια γραμμή. Και τότε θα ψαχνόμασταν τι πήγε στραβά. Θα κάναμε την εσφαλμένη εκτίμηση ότι δεν ήταν σωστή η εστίαση. Ή ότι ο φακός μας είναι φτωχός σε ευκρίνεια. Δεν ξέρω αν μπορείτε να το καταλάβετε πόσο σημαντικό είναι η σωστή γωνία λήψης σε σχέση πάντα με το θέμα μας και το σχήμα του και σε σχέση με το εστιακό επίπεδο που έχουμε επιλέξει. Για αυτή την επιλογή θα μιλήσουμε παρακάτω. Προς το παρόν ας δούμε άλλο ένα σχήμα που περιγράφει αυτή ακριβώς τη σχέση, δηλαδή το βάθος πεδίου που “προκύπτει” σε σχέση με τη γωνία λήψης και το εστιακό επίπεδο που έχουμε επιλέξει :
Στο παραπάνω σχήμα επιλέξαμε να τραβήξουμε ένα μοτίβο με τετραγωνάκια. Είναι περίπου ένα χιλιοστό το καθένα και η λήψη έγινε με διάφραγμα f/5. Αυτό το διάφραγμα δίνει ένα πολύ μικρό βάθος πεδίου της τάξης του ενός χιλιοστού περίπου στο φακό μας. Στο πρώτο καρέ τοποθετήσαμε τη μηχανή απολύτως κάθετα στο επίπεδο με το μοτίβο και όλα τα τετραγωνάκια είναι εστιασμένα και καθαρά. Όταν αρχίζουμε να αλλάζουμε τη γωνία λήψης της μηχανής ως προς το επίπεδο της εστίασης παρατηρούμε πόσο “δραματικά” φαίνεται να αλλάζει το βάθος πεδίου. Σαφώς το βάθος πεδίου δεν αλλάζει απλώς μας αποκαλύπτεται. “Φύγαμε” από τις δύο διαστάσεις και επειδή τραβάμε τη φωτογραφία υπό γωνία είμαστε στις τρεις διαστάσεις.
Στην παραπάνω φωτογραφία βλέπουμε μία αποτυχημένη προσπάθεια να γίνει λήψη μάκρο με δύο διαφορετικούς σταυρούς που έχουμε τοποθετήσει πάνω σε ένα κομμάτι ύφασμα. Το διάφραγμα είναι σχετικά πολύ ανοιχτό για μάκρο f/5 γι’ αυτό και το πολύ μικρό βάθος πεδίου. Ακολουθώντας τη νοητή γραμμή που σχηματίζεται από το πόσο καθαρά φαίνεται το μοτίβο της ύφανσης στο πανί που έχουμε τοποθετήσει κάτω από τους σταυρούς, μπορούμε να διαπιστώσουμε το σημείο εστίασης. Παρ’ όλα αυτά αν προσέξουμε καλύτερα θα παρατηρήσουμε κάτι που στην αρχή θα μας φανεί παράδοξο. Αν ακολουθήσουμε τη νοητή γραμμή εστίασης θα δούμε ότι έχουμε εστιάσει περίπου στο μέσο των σταυρών και λίγο προς τα πίσω. Στον δεξί όμως σταυρό φαίνεται μια μετατόπιση της εστίασης ακόμα περισσότερο προς τα πίσω σε σχέση με τον σταυρό αριστερά. Ο δεξιά σταυρός δεν είναι καθαρός στο μέσον του όπως θα θέλαμε αλλά ακόμα πιο πίσω. Γιατί να συμβαίνει αυτό; Πρέπει εδώ να κατανοήσουμε ότι τα αντικείμενα είναι τρισδιάστατα. Ο δεξιά σταυρός έχει περισσότερο πάχος και ως εκ τούτου (το κέντρο του) είναι πιο κοντά στον φακό από τον αριστερό σταυρό. Και γι’ αυτό φαίνεται πιο καθαρός προς τα πίσω σε σχέση με το ύφασμα που είναι από κάτω γιατί η απόσταση του υφάσματος από τον φακό είναι μεγαλύτερη.
Στη μάκρο φωτογραφία, αυτές οι ελάχιστες διαφορές στην απόσταση από τον φακό και με το τόσο μικρό βάθος πεδίου που μας προσφέρεται από τον φακό, η δυνατότητές μας περιορίζονται. Και η αύξηση του f στις περισσότερες περιπτώσεις δεν λύνει το πρόβλημα. Τί κάνουμε;
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως στη φωτογραφία μάκρο, το επίπεδο της εστίασης είναι ουσιαστικά μία “φέτα” το πάχος της οποίας (το βάθος πεδίου δηλαδή) είναι συνήθως, το πολύ μερικά χιλιοστά ανάλογα με τη ρύθμιση του διαφράγματος που έχουμε. Και το δύσκολο εδώ είναι πώς θα επιλέξουμε αυτή τη φέτα όπου στην περιοχή της, τα στοιχεία της εικόνας θα είναι εστιασμένα και καθαρά. Πάμε να το δούμε με ένα παράδειγμα:
Στην παραπάνω φωτογραφία μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε πόσο άλλαξε η φωτογραφία με επιλογή του κατάλληλου επιπέδου εστίασης ή αλλιώς λήψη από διαφορετική γωνία. Μπορείτε να κάνετε zoom στη φωτογραφία για να δείτε καλύτερα σε ποια σημεία έχει εστιάσει ο φακός. Πέρα όμως από την βελτίωση στην εστίαση η δεξιά φωτογραφία είναι σαφώς καλύτερη γιατί φαίνεται καλύτερα το έντομο και το άνθος.
Πολύ σωστά κάποιος θα παρατηρήσει πως δεν σας λέω κάτι καινούργιο. Και πράγματι έτσι ακριβώς είναι. Σε κάθε φωτογραφία το επίπεδο εστίασης δεν έχει πάχος. Για την ακρίβεια δεν είναι ούτε καν φέτα. To επίπεδο, εξ ορισμού, δεν έχει τρίτη διάσταση. Ο φακός πάντα εστιάζει σε συγκεκριμένη απόσταση από το θέμα. Άσχετα αν το μάτι θεωρεί καθαρά και εστιασμένα κάποια στοιχεία πίσω και μπροστά από το σημείο εστίασης. Και τότε μάθαμε να μιλάμε για “βάθος πεδίου” που ουσιαστικά, δεν υπάρχει. Ναι, εντάξει υπάρχει αλλά υπό προϋποθέσεις ή κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες θέασης της φωτογραφίας (απόσταση, μεγέθυνση, τρόπο προβολής κλπ). Για να μπορέσουμε να ορίσουμε επαρκώς το βάθος πεδίου (που πάντα είναι σχετικό) θα πρέπει να μιλήσουμε για κύκλους σύγχυσης και άλλα ωραία πράγματα από τον κλάδο της φυσικής και θα ξεφύγουμε πολύ από το θέμα μας που είναι η μάκρο. Αρκεί να θυμόμαστε πως στη μάκρο και επειδή ακριβώς κάνουμε μεγέθυνση, το “πρόβλημα” της επιλογής του εστιακού μας επιπέδου είναι επίσης, και αυτό μεγεθυμένο. Κατά τα άλλα ισχύει ό,τι ισχύει και με τα άλλα “είδη” φωτογραφίας.
Το κάδρο και η σύνθεση της φωτογραφίας macro
Είδαμε έως τώρα κάποιες από τις μεταβλητές που υπεισέρχονται στη διαδικασία λήψης της φωτογραφίας macro. Δεν είναι μόνο αυτές. Όταν τη στιγμή της λήψης πρέπει να προσέχεις την απόσταση για σωστή εστίαση, το εστιακό σου επίπεδο και τη γωνία λήψης, το φως και… τα υπόλοιπα στοιχεία της φύσης, ξεχνάς το καδράρισμα και τη σύνθεση.
Δεν είναι λίγες οι φορές που ενώ η λήψη είναι άριστη τεχνικά, το θέμα βρίσκεται σε λάθος σημείο στο κάδρο ή κάποια από τα στοιχεία της εικόνας που ήθελες να συμπεριλάβεις βρίσκονται ή κομμένα ή εκτός κάδρου γιατί προσπαθούσες να φτιάξεις καλύτερη γωνία λήψης ή για να εστιάσεις. Όταν τραβάμε με τέτοιες μεγεθύνσεις αρκούν μικρές μετατοπίσεις της μηχανής για να συμβούν όλα αυτά. Και συμβαίνουν συχνά. Η αλήθεια είναι ότι και στη macro φωτογραφία, καλύτερα να επιλέγεις το τι θα βρίσκεται εκτός κάδρου παρά να επιλέγεις τί θα βάλεις μέσα στο κάδρο. Η αφαίρεση κατά την άποψή μου είναι “κανόνας” στη φωτογραφία γενικά. Γιατί να μην ισχύει και στη macro; Αλλά για να πετύχεις καλή σύνθεση στην macro και για να έχεις το νου σου μόνο σε αυτή, πρέπει να έχει γίνει κτήμα σου όλο το προηγούμενο τεχνικό υπόβαθρο που αναφέραμε. Δηλαδή η τεχνική επάρκεια του φωτογράφου να είναι τέτοια, που θα κάνει τις ρυθμίσεις και τις επιλογές ασυναίσθητα, αυτόματα, χωρίς να το πολυσκεφτεί. Και αυτό απαιτεί υπομονή, επιμονή και εξάσκηση.
Είναι η μάκρο φωτογραφία τέχνη ή τεχνική;
Καλή η ερώτηση αλλά μην περιμένετε σαφή απάντηση. Νομίζω πως ισχύει ό,τι ισχύει γενικά με τη φωτογραφία. Ο καλός μου διαδικτυακός φίλος Αντώνης μου είχε γράψει κάποτε “Ωραίες αυτές αλλά είναι για τις εγκυκλοπαίδειες”. Εν μέρει συμφωνώ.
Πιστεύω όμως πως πέρα από τον θαυμαστό κόσμο που ξετυλίγεται μπροστά μας με τη μάκρο φωτογραφία, που εντυπωσιάζει και κάποιες φορές ξαφνιάζει, ακριβώς επειδή δεν τον γνωρίζουμε τον κόσμο αυτό, δεν είναι εύκολα ορατός με το μάτι, πάντα υπάρχουν τα περιθώρια να εκφραστείς και να αποδώσεις το θέμα με τέτοιο τρόπο που θα μπορούσε εκτός από το να εντυπωσιάσει και να συγκινήσει.
Σημείωση πρώτη: παντού στο κείμενο χρησιμοποιώ τον όρο κλείστρο αντί του σωστότερου κατά την άποψή μου όρο “φωτοφράκτης”. Δυστυχώς δεν έχει επικρατήσει ο ελληνικός όρος που θα αποτελούσε τη σωστή μετάφραση του Shutter.
Σημείωση δεύτερη: Σε καμία περίπτωση δεν θα έλεγα πως οι φωτογραφίες που παρέθεσα εδώ είναι φωτογραφίες για τις οποίες αισθάνομαι περήφανος. Η φωτογραφία μάκρο είναι για εμένα μεγάλη πρόκληση και απέχω πολύ από την επάρκεια για την οποία σας μίλησα.
Σημείωση τρίτη: οπουδήποτε θεωρήσετε ότι σφάλω, θα χαρώ να δω τις παρατηρήσεις σας και τα σχόλιά σας. Δηλώνω αεί διδασκόμενος.
Αν φτάσατε μέχρι εδώ, χαρά στο κουράγιο σας.
Φάνης Τσίρος, Μάρτιος 2021 (σε εποχές καραντίνας και Lockdown λόγω κορωνοϊού)